ανιεραρχία

ανιεραρχία
ἀνιεραρχία, η (Μ)
η αντικανονική ιεραρχία, η ιεραρχία που δεν έχει αναδειχθεί σύμφωνα με τους Ιερούς Κανόνες.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”